Κάπου θα συναντηθούμε κι εμείς
βρεθήκαμε σχεδόν παντού
τώρα μας έμεινε ένας ολόκληρος πλανήτης.
Δεν είναι το μέρος που αλλάζεις με το ταξίδι
αλλά οι άνθρωποι που γνωρίζεις
και σε κάνουν να νιώθεις ότι άλλαξες τόπο.
Πόσο με διάλεξα
από συντρίμμια φτιάχνοντάς με
και πάλι θρυμματίζομαι.
Λες κι είναι προορισμός της σύνθεσης
η καταστροφή.
Αχόρταγα σ' ακούω
και σε κοιτώ στα χείλη
μα είμαι σε δίλημμα
να σε φιλώ ή να σ' ακούω.
Κυριακή 26 Δεκεμβρίου 2010
Πέμπτη 25 Νοεμβρίου 2010
Έχει φεγγάρι εκεί που είσαι;
Έχει φεγγάρι εκεί που είσαι;
Αυτό με ρώτησε και χάθηκε ψηλά
με το φως του φεγγαριού
να σβήνει τα τελευταία βήματά της.
Έχει φεγγάρι εκεί που είσαι;
Αυτό τη ρώτησα και έκλεισα τα μάτια...
Αυτό με ρώτησε και χάθηκε ψηλά
με το φως του φεγγαριού
να σβήνει τα τελευταία βήματά της.
Έχει φεγγάρι εκεί που είσαι;
Αυτό τη ρώτησα και έκλεισα τα μάτια...
Τρίτη 16 Νοεμβρίου 2010
Πέντε και μετά Σιωπή
Σε φάγανε τη μέρα της Δημοκρατίας
που σκοτώνει τα παιδιά της
για ένα κομμάτι ειρήνης
για ένα κομμάτι ψωμί.
Κι εσύ ανάσαινες τον ήχο του θανάτου
που ήρθε να σε βρει λαχανιασμένος
από την πολλή δουλειά
που του 'χουν δώσει οι άνθρωποι.
Πιο χέρι σε τράβηξε στα γνώριμα σου μέρη
δεν θα το μάθουμε ποτέ
μόνο το φιλί του θειού σου
πριν μας φύγεις
σου θύμισε πως υπάρχει αγάπη πίσω.
Κι εγώ μέσα στο κόκκινο
να σπρώχνω την καρδιά σου
για μια ακόμη ευκαιρία
σε αυτή τη ζωή που σε ξέκανε
πριν πεις ένα παραμύθι σε παιδί
πριν ακούσεις μια συγνώμη.
Σε φάγανε τη μέρα που δε δούλευες
σε ξένα χέρια, για ξένα λεφτά
τη μέρα που το όνειρο
φιλάει τα χέρια της ζωής
μετά από λίγες ώρες ξεκούρασης.
Πέντε μαχαιριές μακρυά
και βρήκες τη γαλήνη
πέντε μαχαιριές πίσω σου
μια κοινωνία πνιγμένη στο αίμα
όλων των αθώων που γίνονται ένοχοι.
Όλοι θεατές
τα μάτια κλειστά
τα χέρια κρύα.
"αφιερωμένο σε έναν παιδί 21 ετών
έναν νεκρό Αλβανό μετανάστη
που δολοφονήθηκε από φίλο του στην πλατεία του Πλωμαρίου την Κυριακή 14-11-10"
που σκοτώνει τα παιδιά της
για ένα κομμάτι ειρήνης
για ένα κομμάτι ψωμί.
Κι εσύ ανάσαινες τον ήχο του θανάτου
που ήρθε να σε βρει λαχανιασμένος
από την πολλή δουλειά
που του 'χουν δώσει οι άνθρωποι.
Πιο χέρι σε τράβηξε στα γνώριμα σου μέρη
δεν θα το μάθουμε ποτέ
μόνο το φιλί του θειού σου
πριν μας φύγεις
σου θύμισε πως υπάρχει αγάπη πίσω.
Κι εγώ μέσα στο κόκκινο
να σπρώχνω την καρδιά σου
για μια ακόμη ευκαιρία
σε αυτή τη ζωή που σε ξέκανε
πριν πεις ένα παραμύθι σε παιδί
πριν ακούσεις μια συγνώμη.
Σε φάγανε τη μέρα που δε δούλευες
σε ξένα χέρια, για ξένα λεφτά
τη μέρα που το όνειρο
φιλάει τα χέρια της ζωής
μετά από λίγες ώρες ξεκούρασης.
Πέντε μαχαιριές μακρυά
και βρήκες τη γαλήνη
πέντε μαχαιριές πίσω σου
μια κοινωνία πνιγμένη στο αίμα
όλων των αθώων που γίνονται ένοχοι.
Όλοι θεατές
τα μάτια κλειστά
τα χέρια κρύα.
"αφιερωμένο σε έναν παιδί 21 ετών
έναν νεκρό Αλβανό μετανάστη
που δολοφονήθηκε από φίλο του στην πλατεία του Πλωμαρίου την Κυριακή 14-11-10"
Τετάρτη 10 Νοεμβρίου 2010
Αγάπη σε Σύγχρονους Καιρούς
Σε ρώτησα κοινωνικά:
Μ' αγαπάς;
Μου απάντησες προσωπικά:
Σε λατρεύω.
Σου λέω πως δε μου φτάνει
και με κατηγορείς Εγωιστή.
Περιοδικές εκφράσεις
θαυμασμού
Αντιδικίες με υπόγειες
διαθέσεις
Ηδονή διακεκομμένη
από την καθημερινότητα
και λαστιχιένιες προφυλάξεις
Ο σύγχρονος έρωτας
σκοτώνει την αγάπη
στο επόμενο επεισόδιο...
Μ' αγαπάς;
Μου απάντησες προσωπικά:
Σε λατρεύω.
Σου λέω πως δε μου φτάνει
και με κατηγορείς Εγωιστή.
Περιοδικές εκφράσεις
θαυμασμού
Αντιδικίες με υπόγειες
διαθέσεις
Ηδονή διακεκομμένη
από την καθημερινότητα
και λαστιχιένιες προφυλάξεις
Ο σύγχρονος έρωτας
σκοτώνει την αγάπη
στο επόμενο επεισόδιο...
Παρασκευή 5 Νοεμβρίου 2010
Δεν είμαι εκεί, δεν είσαι εδώ...
Πόσο να άργησε μαζί σου, άραγε, νά ρθει το σκοτάδι;
Πώς μας έκανε τη χάρη το φως να μείνει μέχρι τα μεσάνυχτα;
Αν κάτι μου έλειπε είναι η συντροφιά σου
κι αν κάτι μπόρεσα να μοιραστώ είναι η μοναξιά μου,
μεγαλωμένη μ' όνειρα κι ελπίδες.
Δίχως ειρμούς κι ορισμούς
σε πήρα αγκαλιά σε μια αβέβαιη στιγμή
δίπλα σ' ένα τεράστιο μέλλον.
Ένα μέλλον που μόνο στη φαντασία μας χωρά.
Μόνο να σε ακουμπώ στα χείλη
όταν κοιμάσαι τα μεσάνυχτα πάνω στο μπράτσο μου.
Μου 'φτανε για ν' αντέχω το σκοτάδι
που με έγδερνε για αντίποινα
ενώ εσύ κοιμόσουν μέσα στο φως.
Τα μάτια μου κλείναν
μα τα όνειρα σου έρχονταν δίπλα μου
κάθε βράδυ που 'κλαιγα γοερά στο ύπνο μου,
σε μια στάση βρεφική.
Μπορεί όλα τα λογικά να υπάρχουνε ακόμη
κι όλα τα άλλα να χάθηκαν με μια συγνώμη,
με ένα αντίο και με ένα βλέμμα.
Δεν έχω τίποτα άλλο να σου δώσω
παρά μόνο το ακατόρθωτο.
κι όλα τα άλλα να χάθηκαν με μια συγνώμη,
με ένα αντίο και με ένα βλέμμα.
Δεν έχω τίποτα άλλο να σου δώσω
παρά μόνο το ακατόρθωτο.
Η ψυχή μου βαστάει έναν ουρανό από πολλά
κι εγώ είμαι μικρός για Άτλαντας.
Δεν έχω τίποτα άλλο να σου πω.
Δεν ήθελα ποτέ να γίνω αυτός που είμαι, μα έγινα.
Δεν έχω τίποτα άλλο να σου δώσω.
Γράμματα, λέξεις και αίσθημα.
Είναι ότι έχω, είναι το παν μου
κι είναι δικό σου.
Τρίτη 26 Οκτωβρίου 2010
Αδιάθετες Διαθέσεις
Α.
Πάλι διαφορετικά σκέφτηκα
πως τα πράγματα μας οδηγούν
σε αυτό το μέρος
που όλα φαίνονται ίδια
και τίποτα δεν είναι όπως πριν,
πολλοί το λεν Αδιέξοδο.
Εγώ πάλι το θεωρώ
την μόνη έξοδο
κι ας μην έχει νόημα.
Ποιός μαλάκας είπε
πως πρέπει να έχει νόημα η έξοδος;
Μόνο η είσοδος έχει νόημα
και όταν αυτό παύει
τότε βρίσκουμε την έξοδο.
Και για την αγάπη η μόνη έξοδος
είναι αδιέξοδος.
Α.Α.
Παρόμοιες λέξεις χωρίς αντίκρυσμα
λέω και μου λεν συνεχώς.
Η υπερκατανάλωση των λέξεων
είναι λίγο καλύτερη απ' το φαστφούντ.
Σε ξέχασα δίχως ίχνος ανάμνησης
μια συνωμοσία της λήθης εναντίον μας.
Ξύπνησα μέσα στο εφιάλτη
που μου θύμιζε τα άδεια μου χέρια,
άδεια από 'σένα
αφού σε αποχαιρέτησα
σε εκείνο το τρένο που δεν πρόφτασα ποτέ.
Γαμώ την καθημερινότητα και την ανεργία των στιγμών,
όταν τις έχεις ανάγκη
εκείνες κείτονται άπραγες δίπλα σου
κι εσύ προχωράς μηχανικά κι αόριστα στο μέλλον.
Α.Α.<Γ
Πόσο σε θυμάμαι ώρες-ώρες
και μερικές φορές σε νιώθω δίπλα μου.
Σαν τότε που σ' αγαπούσα και σ' είχα αγκαλιά.
Αυτές τις ώρες που σε θυμάμαι
είμαι πάντα μόνος.
Αποκλειστικά και μόνο για σένα,
εγκόσμια απόκοσμος.
Γιατί;
Δεν ξέρω μα χώρισα τη ζωή μου
πριν καταλάβω ότι δε ζω χωρίς αυτή,
έτσι έγινε και με σένα.
Τελικά,
το μόνο θηλυκό που δεν χώρισα ποτέ μου
είναι η μοναξιά μου.
Πάλι διαφορετικά σκέφτηκα
πως τα πράγματα μας οδηγούν
σε αυτό το μέρος
που όλα φαίνονται ίδια
και τίποτα δεν είναι όπως πριν,
πολλοί το λεν Αδιέξοδο.
Εγώ πάλι το θεωρώ
την μόνη έξοδο
κι ας μην έχει νόημα.
Ποιός μαλάκας είπε
πως πρέπει να έχει νόημα η έξοδος;
Μόνο η είσοδος έχει νόημα
και όταν αυτό παύει
τότε βρίσκουμε την έξοδο.
Και για την αγάπη η μόνη έξοδος
είναι αδιέξοδος.
Α.Α.
Παρόμοιες λέξεις χωρίς αντίκρυσμα
λέω και μου λεν συνεχώς.
Η υπερκατανάλωση των λέξεων
είναι λίγο καλύτερη απ' το φαστφούντ.
Σε ξέχασα δίχως ίχνος ανάμνησης
μια συνωμοσία της λήθης εναντίον μας.
Ξύπνησα μέσα στο εφιάλτη
που μου θύμιζε τα άδεια μου χέρια,
άδεια από 'σένα
αφού σε αποχαιρέτησα
σε εκείνο το τρένο που δεν πρόφτασα ποτέ.
Γαμώ την καθημερινότητα και την ανεργία των στιγμών,
όταν τις έχεις ανάγκη
εκείνες κείτονται άπραγες δίπλα σου
κι εσύ προχωράς μηχανικά κι αόριστα στο μέλλον.
Α.Α.<Γ
Πόσο σε θυμάμαι ώρες-ώρες
και μερικές φορές σε νιώθω δίπλα μου.
Σαν τότε που σ' αγαπούσα και σ' είχα αγκαλιά.
Αυτές τις ώρες που σε θυμάμαι
είμαι πάντα μόνος.
Αποκλειστικά και μόνο για σένα,
εγκόσμια απόκοσμος.
Γιατί;
Δεν ξέρω μα χώρισα τη ζωή μου
πριν καταλάβω ότι δε ζω χωρίς αυτή,
έτσι έγινε και με σένα.
Τελικά,
το μόνο θηλυκό που δεν χώρισα ποτέ μου
είναι η μοναξιά μου.
Τετάρτη 20 Οκτωβρίου 2010
Χρόνος Απών
Δίνες και όνειρα
κομμάτια ολόγυρα ζωής
που ψάχνουν οριστικά μια απόκλιση στο άπειρο.
Απόψε σε είδα
γυμνή να κείτεσαι
σε μονοπάτια σκονισμένα από τη λήθη.
Μα είναι άδικο
για σένα και για μένα
η προδοσία του χρόνου να μας καταστρέφει.
Μια λύση μόνο
μπόρεσα να βρω
κι ας ζήσαμε μαζί μονάχα χώρια.
Δίχως το χρόνο
δίχως ζωή
να ξενυχτήσουμε σε ένα ατέλειωτο ξημέρωμα.
Άλλωστε αγάπη μου,
μια ώρα πριν και μια ώρα μετά είναι ίδιος ο θάνατος.
κομμάτια ολόγυρα ζωής
που ψάχνουν οριστικά μια απόκλιση στο άπειρο.
Απόψε σε είδα
γυμνή να κείτεσαι
σε μονοπάτια σκονισμένα από τη λήθη.
Μα είναι άδικο
για σένα και για μένα
η προδοσία του χρόνου να μας καταστρέφει.
Μια λύση μόνο
μπόρεσα να βρω
κι ας ζήσαμε μαζί μονάχα χώρια.
Δίχως το χρόνο
δίχως ζωή
να ξενυχτήσουμε σε ένα ατέλειωτο ξημέρωμα.
Άλλωστε αγάπη μου,
μια ώρα πριν και μια ώρα μετά είναι ίδιος ο θάνατος.
Πέμπτη 7 Οκτωβρίου 2010
Σαν Πυροτέχνημα για Πάντα
Θα πέθαινα
πολύ πριν σε γνωρίσω
αλλά με κράτησε
το αναπάντεχο της συνάντησής μας.
Φορές που συναντιούνται
τα όνειρα με τις στιγμές
ήτανε όλες οι φορές
που σε φίλησα.
Αδιάκοπα δευτερόλεπτα
μάχονται
την αθανασία της συνύπαρξής μας
κι η ατέλειωτη καθημερινότητα
μας καθηλώνει σαν τη βαρύτητα στη γη.
Μα εμείς γελάμε
τόσο απλά
γελάμε
γιατί κοιτάμε ψηλά
γιατί κοιτάμε μαζί.
Απρόσμενα σου σφίγγω το χέρι
και διαφορετικά με κοιτάς
για άλλη μια φορά.
Πότε θα σταματήσει, αγάπη μου,
να μας εκπλήσσει ο έρωτάς μας;
"Ποτέ" αμέσως απαντάς
και το παγκάκι
που καθόμαστε αγκαλιά
γίνεται σύννεφο
κι εμείς σαν πυροτέχνημα
διαγράφουμε για πάντα το γαλαξία.
Σάββατο 25 Σεπτεμβρίου 2010
Λευκή Γραμμή
Μια λευκή γραμμή
αυτό ζήταγες
κι εγώ μόνο αυτό σού δωσα
μια λευκή γραμμή
γιατί οι μαύρες χάνονται
στο σκοτάδι του παρελθόντος
και μαζί τους χάνεται κι η αφετηρία.
Μια αφετηρία ήθελα να είμαι
κι έγινα μια λευκή γραμμή
δεν πειράζει, μου αρκεί
έστω και νοερά
κρατώ πίσω μου όλο το παρελθόν (σου).
Μα σ' αγαπώ και σε χάνω
και πάλι χαίρομαι
που σε βλέπω καλύτερα.
Μόνο να σε βλέπω καλύτερα
για να μην απελπίζομαι
για να μην πάει στράφι η γραμμή.
Αυτή η λευκή γραμμή
που τώρα έγινε θηλιά
και σε πνίγει
αν την χαλαρώσεις
θα γίνει μια όμορφη γραβάτα,
που θα πηγαίνει με τα μάτια σου...
ΜΑΧΗΤΙΚΑ ΚΑΙ ΠΛΗΓΩΜΕΝΑ,
ΔΙΚΟΣ σΟΥ
αυτό ζήταγες
κι εγώ μόνο αυτό σού δωσα
μια λευκή γραμμή
γιατί οι μαύρες χάνονται
στο σκοτάδι του παρελθόντος
και μαζί τους χάνεται κι η αφετηρία.
Μια αφετηρία ήθελα να είμαι
κι έγινα μια λευκή γραμμή
δεν πειράζει, μου αρκεί
έστω και νοερά
κρατώ πίσω μου όλο το παρελθόν (σου).
Μα σ' αγαπώ και σε χάνω
και πάλι χαίρομαι
που σε βλέπω καλύτερα.
Μόνο να σε βλέπω καλύτερα
για να μην απελπίζομαι
για να μην πάει στράφι η γραμμή.
Αυτή η λευκή γραμμή
που τώρα έγινε θηλιά
και σε πνίγει
αν την χαλαρώσεις
θα γίνει μια όμορφη γραβάτα,
που θα πηγαίνει με τα μάτια σου...
ΜΑΧΗΤΙΚΑ ΚΑΙ ΠΛΗΓΩΜΕΝΑ,
ΔΙΚΟΣ σΟΥ
Κυριακή 19 Σεπτεμβρίου 2010
Ένα Ανούσιο Γράμμα
Ομορφιά μου,
σε σκέφτομαι πολύ,σε θέλω ακόμη περισσότερο κι αν αυτά ειναι κάπως αόριστα
θέλω να ξέρεις ότι παρά την χάλια ψυχολογία μου
ένιωσα μαζί σου πολύ μα πολύ δυνατός.
Το γεγονός ότι σου μιλώ λίγο απρόσωπα αυτές τις μέρες δεν έχεις να κάνει με εμάς
απλά ζορίζομαι πολύ και κάποιες φορές νιώθω οτι δεν έχω λύση.
Έχω αναλάβει πολλές ευθύνες κι αν και τις φέρνω σε πέρας αρκετά καλά
δεν προλαβαίνω να δω τον εαυτό μου.
Μαζί σου τον είδα και μου άρεσε,
μου βγάζεις την δημιουργικότητα και την αυτοπεποίθηση
που συχνά κρύβονται κάτω από τις σκόνες τις καθημερινότητας
(και στην περίπτωση μου ειναι πολλές).
Είσαι ένα ειλικρινές πλάσμα που με γεμίζει εγκεφαλικά,
με τονώνει ψυχολογικά και με διεγείρει σεξουαλικά.
Είσαι ότι ζητώ από μια γυναίκα και αυτό είναι τελεσίδικο.
Μην νομίζεις ότι δεν θέλω να σου ανοιχτώ
απλά είναι τόσα αυτά που έχω να σου πω
κι ο χρόνος που είχαμε μαζί δεν τα χωρούσε.
Εκείνο το τελευταίο πρωί που ζήσαμε μαζί ίσως με επηρέασε.
Θυμάμαι μου είπες
"δεν σε έχω κάπου μέσα μου, δεν υπάρχεις απλά με κάνεις να νιώθω καλά".
Ήταν τόσο αληθινό αυτό που έβαλε ξανά στην πραγματικότητα,
που είχα ξεχάσει όσο είμαστε μαζί.
Ξέρεις αγάπη μου
η ζωή είναι ένας συνεχής πόλεμος με πολλές μάχες κερδισμένες
και πολλές να διεξάγωνται ακόμη και τώρα που μιλάμε.
Έτσι κι εγώ όσο ζω θα μάχομαι αλλά πάντα θα μάχομαι πληγωμένος.
Αυτή την πτυχή του εαυτού μου,
για την οποία είμαι πραγματικά περήφανος την κρατώ κρυφή
εσύ όμως την διέκρινες νωρίς, την ψιλάφησες και κατάλαβες την δομή της.
Πιστεύω ότι αυτο σου αρέσει πραγματικα σε μένα
και να ξέρεις ότι κι εμένα με έκανε να σε ερωτευτώ γρηγορότερα
το γεγονός ότι με κατάλαβες τόσο βαθιά.
Ίσως να είμαστε μακρυά,
ίσως να σε δω μετά απο πολύ καιρό,
ίσως να ξεχάσουμε ο ένας τον άλλο,
ίσως όμως να τα φέρει έτσι η ζωή έτσι(μαζί πάντα με την βοήθειά μας)
που θα κάνουμε κάποια στιγμή την υπέρβαση
για να μαστε και πάλι μαζί(μη με ρωτάς δεν ξέρω ποια είναι).
Προς το παρόν άκου:
" αν είσαι μια φωτιά που σβήνει
και τώρα έπιασε βροχή
πες στο 'νειρό μου που σ' αφήνει
κάπου να πάει να κρυφτεί
κι όταν το όνειρο σ' αδειάσει
και σ' έχει σβήσει η βροχή
μίλα μου ώσπου να βραδυάσει
για να σβηστώ κι εγώ μαζί"
Δευτέρα 23 Αυγούστου 2010
Τρεις Μήνες Χώρια
Γύρισα σπίτι, είχα κουραστεί πολύ από τη δουλειά και ήθελα να μόνο να κοιμηθώ. Δεν είχα κουράγιο ούτε να φάω. Μπήκα στο μπάνιο γδύθηκα, έκανα ντουζ και έπεσα στο κρεβάτι. Με ξύπνησε το κουδούνι που χτυπούσε επίμονα. Σηκώθηκα κι άνοιξα την εξώπορτα και άφησα την πόρτα του διαμερίσματος ανοιχτή. Ήμουν γυμνός και πήγα να ντυθώ. "Ήρθα" άκουσα μια γυναικεία φωνή. "Περίμενε ντύνομαι" λέω, έβαλα ένα μποξεράκι και πήγα στο σαλόνι.
"Δεν με περίμενες, ε;" λέει χαμογελαστά.
"Όχι, τι θέλεις;" της λέω.
"Ήρθα να σου πω τα νέα μου, έχω ευχάριστα."
"Για λέγε" της λέω και κάθομαι δίπλα της.
Άναψε ένα τσιγάρο, μου τό δωσε κι άναψε ένα και για κείνη. Θυμόταν ότι αυτό μου άρεσε πολύ. Κάναμε μια μεγάλη τζούρα σχεδόν ταυτόχρονα. Ο καπνός σχημάτιζε ένα επίπεδο κάτω από τη λάμπα, είχε ήδη βραδυάσει. Σταύρωσε τα πόδια της, φόραγε μια μαύρη φούστα, είχε τέλεια μπούτια.
"Έπιασα δουλειά" μου είπε φωναχτά λες κι ήμουν κουφός.
"Βασικά έπιασα δυο δουλειές"
Τέλεια, σκέφτηκα, χρησιμοποιεί ακόμη τα δυο μεγάλα χαρίσματά της που είναι η πουτανιά και η ομορφιά της.
"Δουλεύω το πρωΐ σε ένα φούρνο και το απόγευμα σ' ένα ιατρείο γραμματέας. Βγάζω σχεδόν χίλια πεντακόσια ευρώ το μήνα". Ρούφηξε μια δεύτερη τζούρα.
"Τέλεια, πιστεύω ότι έκανες αυτό που πάντα ήθελες, συνδύασες τα ασυνδύαστα" της λέω, ρούφηξα μια γερή και πήγα στο ψυγείο, έβγαλα δυο μπύρες, τις άνοιξα και της έδωσα τη μια. "Ευχαριστώ" μου είπε και εγώ κάθισα αναπαυτικά στην πολυθρόνα μου.
"Τέλεια θερμοκρασία, έτσι όπως ακριβώς μ' αρέσει",
κάτι τέτοια έλεγε και νόμιζα πως είχε αρχίδια και κοιλιά αλλά τα κάλυπτε με το τεράστιο στήθος, τον τέλειο κώλο και τα βαθυπράσινα μάτια της.
"Έχω βρει τον Άλεξ και περνάμε πολύ καλά, ταιριάζουμε στο σεξ, φαίνεται να με γουστάρει πολύ και με προσέχει".
"Ωραία" της λέω,"σου άξιζε ένας τέτοιος άντρας, πάντα το πίστευα ακόμη και τότε που λεγες ότι ήσουν καψούρα μαζί μου και δεν είχες μάτια γι' άλλον".
"Εντάξει αυτά ίσχυαν τότε" είπε, "στο μεταξύ με τρέλανες εσύ και οι κυκλοθυμίες σου, άσε που στο τέλος δεν μου κανες και καλό κρεβάτι".
"Ποτέ δε σου κανα καλό κρεβάτι" της λέω, "εσύ απλά ήσουν τόσο ερωτευμένη μαζί μου στην αρχή που τελείωνες συνέχεια".
"Ίσως έχεις δίκιο, δεν το χα σκεφτεί έτσι ποτέ" μου λέει και πίνει ακόμη μια μεγάλη γουλιά από το μπουκάλι. Είχε τέλεια χείλη και ειδικά όταν περικύκλωναν τόσο ασφυκτικά το στόμιο του μπουκαλιού.
" Α ξέχασα" της είπα, "σου άρεσε το σεξ που σου κανα και τότε που σου λεγα της φαντασιώσεις μου για σένα και την κολλητή σου, ολοκλήρωνες τρελά. Αλλά τέλοσπάντων, γιατί ήρθες εδώ Σαββατιάτικα;"
"Μίλτο, είμαι έγκυος και θα το κρατήσω" μου λέει κοφτά.
Έμεινα μαλάκας, είχαμε χωρίσει εδώ και τρεις μήνες και θυμάμαι ότι στα τελευταία το κάναμε πάντα χωρίς προφυλάξη.
Έκανα κι εγώ την αναμενόμενη ερώτηση.
"Δικό μου είναι το παιδί;"
"Ναι" μου απάντησε, "ήρθα να στο πω για να το ξέρεις αλλά δεν υπάρχει πρόβλημα, ο Άλεξ νομίζει ότι είναι δικό του. Δυο εβδομάδες αφού με χώρισες είχα πάει με τον Άλεξ και τελείωσε μέσα μου, βέβαια εγώ είχα καθυστέρηση ήδη δέκα μέρες. Νομίζει ότι είναι δικό του".
Τρελάθηκα, δεν πίστευα αυτά που άκουγα. Ήπια όλη μου τη μπύρα μονορούφι, άναψα τσιγάρο και κοίταζα το ταβάνι.
"Δε θα πεις τίποτα;" μου λέει, "έχεις γιο, χθες έκανα υπέρηχο και μου το είπε ο γιατρός".
"Έχω γιο ε; Δηλαδή έρχεσαι Σαββατιάτικα και μου λες ότι κράτησες το παιδί χωρίς καν να με ρωτήσεις ή απλά να το αναφέρεις,
το φόρτωσες σε έναν κακόμοιρο που απλά σε πηδά
και έρχεσαι και μου τα λες τρεις μήνες μετά;
Γιατί; Τί να κάνω; Τί να πω; Πώς θες να το πάρω;
Πραγματικά θέλω να σου σπάσω τα μούτρα τώρα αλλά δεν μπορώ να το κάνω".
" Είσαι ηλίθιος και μαλάκας" μου είπε,
"εγώ ήρθα να σου αναγγείλω το πιο ευχάριστο πράγμα στο κόσμο, ΈΧΕΙΣ ΓΙΟ,
και εσύ με βρίζεις;
Επίσης σου λέω βρήκα δουλειά για να ταϊζω το μπασταρδό σου
και ακόμη ότι του βρήκα πατέρα για να μη μεγαλώσει το παιδί μόνο του.
Κι εσύ με βρίζεις; Τί έχεις πάθει;"
Ήμουνα στα πρόθυρα νευρικής κρίσης
για μια στιγμή νόμιζα ότι ονειρεύομαι,
"Θα μετρήσω ως το τρία, δεν γίνεται θα ξυπνήσω" είπα.
Έτσι κι έγινε, ξύπνησα.
Η Ηρώ ήταν ξαπλωμένη δίπλα μου, είχα ιδρώσει κι η καρδιά μου χτυπούσε σαν τρελή. Ανακάθισα στο κρεβάτι και σκούπισα τον ιδρώτα από τα μάτια μου.
Η Ηρώ σάλεψε δίπλα μου και μου χάιδεψε την πλάτη
ψελίζοντας νυσταγμένα "Είσαι καλά μωρό μου;".
"Καλά είμαι, ένα όνειρο ήτανε" είπα.
Γύρισα την κοίταξα, ήτανε γυμνή και γυάλιζε το δέρμα της από τον ιδρώτα, ήτανε καύλα.
Ξάπλωσα, άρχισε να με χαϊδεύει, ανέβηκε πάνω μου και μπήκα ολόκληρος μέσα της.
Ήτανε τέλεια, υγρή και σφιχτή. Ανεβοκατέβαινε σιγά στην αρχή και έπειτα πιο γρήγορα.
Ήμουν έτοιμος να τελειώσω.
"Χύνω" φωνάζω και πάω να βγω σηκώνοντάς της από πάνω μου μα αυτή κάθεται με δύναμη μια τελευταία φορά πάνω μου και τελείωσα μέσα της. Τελείωνα με σπασμούς.
Συνέχισε να κουνιέται πάνω-κάτω γρήγορα και σε λίγο είχε ολοκληρώσει κι αυτή.
Μετά ξάπλωσε πάνω μου, έτρεμε πολύ από τον οργασμό.
"Μωρό μου, ήτανε υπέροχα και μου άρεσε η έκφραση στο πρόσωπό σου όταν τελείωνες μέσα μου" μου είπε με κοφτή ανάσα.
"Μωρό μου ήταν τέλεια" της είπα.
"Αλήθεια μωρό μου πότε είναι η μέρες σου;" ρώτησα χαλαρά.
Δεν απάντησε, δεν κουνήθηκε και μετά από μια βαθυά ανάσα είπε
" Είμαι ήδη στις μέρες μου μωρό μου, λες να γίνει τίποτα;"
Δε μίλησα.
"Πάντως αγάπη μου ότι κι αν γίνει δε θα το κρατήσω, μη στεναχωριέσαι" μου απάντησε γλυκά.
Σηκώθηκα από το κρεβάτι και πήρα τα τσιγάρα μου από το σαλόνι.
Γύρισα στο κρεβάτι, κάθισα δίπλα της και άναψα ένα.
"Μωρό μου, μη φρικάρεις θα πάρω το χάπι" είπε με αγωνία,
"θα το πάρω από το φαρμακείο έξω από το σπίτι, εντάξει;".
Κάπνισα μια μεγάλη τζούρα και μετά την κοίταξα στα μάτια και της είπα
"Θες στα αλήθεια να το πάρεις το χάπι;".
"Αν είναι να ηρεμήσουμε και οι δυο, ναι μωρό μου θέλω" είπε.
Συνέχιζα να την κοιτώ στα μάτια και της λέω "Μικρό μου δεν θέλω να το πάρεις, δεν θέλω να κάνεις τίποτα". Άρχισα να κλαίω και της είπα
" Θέλω να το κρατήσεις μωρό μου; Εντάξει;".
"Μωρό μου με κάνεις χαρούμενη, με κάνεις τη πιο ευτυχισμένη γυναίκα στον κόσμο"
είπε μες στα κλάματα.
Αγκαλιαστήκαμε και κλαίγαμε μαζί.
Αγαπιόμαστε.
Μα εγώ όπως πάντα την ευτυχία την γεύομαι με πικρά χείλη.
Την προηγούμενη μέρα είχα μάθει ότι έχω καρκίνο.
Έχω τρεις μήνες ζωής.
"Δεν με περίμενες, ε;" λέει χαμογελαστά.
"Όχι, τι θέλεις;" της λέω.
"Ήρθα να σου πω τα νέα μου, έχω ευχάριστα."
"Για λέγε" της λέω και κάθομαι δίπλα της.
Άναψε ένα τσιγάρο, μου τό δωσε κι άναψε ένα και για κείνη. Θυμόταν ότι αυτό μου άρεσε πολύ. Κάναμε μια μεγάλη τζούρα σχεδόν ταυτόχρονα. Ο καπνός σχημάτιζε ένα επίπεδο κάτω από τη λάμπα, είχε ήδη βραδυάσει. Σταύρωσε τα πόδια της, φόραγε μια μαύρη φούστα, είχε τέλεια μπούτια.
"Έπιασα δουλειά" μου είπε φωναχτά λες κι ήμουν κουφός.
"Βασικά έπιασα δυο δουλειές"
Τέλεια, σκέφτηκα, χρησιμοποιεί ακόμη τα δυο μεγάλα χαρίσματά της που είναι η πουτανιά και η ομορφιά της.
"Δουλεύω το πρωΐ σε ένα φούρνο και το απόγευμα σ' ένα ιατρείο γραμματέας. Βγάζω σχεδόν χίλια πεντακόσια ευρώ το μήνα". Ρούφηξε μια δεύτερη τζούρα.
"Τέλεια, πιστεύω ότι έκανες αυτό που πάντα ήθελες, συνδύασες τα ασυνδύαστα" της λέω, ρούφηξα μια γερή και πήγα στο ψυγείο, έβγαλα δυο μπύρες, τις άνοιξα και της έδωσα τη μια. "Ευχαριστώ" μου είπε και εγώ κάθισα αναπαυτικά στην πολυθρόνα μου.
"Τέλεια θερμοκρασία, έτσι όπως ακριβώς μ' αρέσει",
κάτι τέτοια έλεγε και νόμιζα πως είχε αρχίδια και κοιλιά αλλά τα κάλυπτε με το τεράστιο στήθος, τον τέλειο κώλο και τα βαθυπράσινα μάτια της.
"Έχω βρει τον Άλεξ και περνάμε πολύ καλά, ταιριάζουμε στο σεξ, φαίνεται να με γουστάρει πολύ και με προσέχει".
"Ωραία" της λέω,"σου άξιζε ένας τέτοιος άντρας, πάντα το πίστευα ακόμη και τότε που λεγες ότι ήσουν καψούρα μαζί μου και δεν είχες μάτια γι' άλλον".
"Εντάξει αυτά ίσχυαν τότε" είπε, "στο μεταξύ με τρέλανες εσύ και οι κυκλοθυμίες σου, άσε που στο τέλος δεν μου κανες και καλό κρεβάτι".
"Ποτέ δε σου κανα καλό κρεβάτι" της λέω, "εσύ απλά ήσουν τόσο ερωτευμένη μαζί μου στην αρχή που τελείωνες συνέχεια".
"Ίσως έχεις δίκιο, δεν το χα σκεφτεί έτσι ποτέ" μου λέει και πίνει ακόμη μια μεγάλη γουλιά από το μπουκάλι. Είχε τέλεια χείλη και ειδικά όταν περικύκλωναν τόσο ασφυκτικά το στόμιο του μπουκαλιού.
" Α ξέχασα" της είπα, "σου άρεσε το σεξ που σου κανα και τότε που σου λεγα της φαντασιώσεις μου για σένα και την κολλητή σου, ολοκλήρωνες τρελά. Αλλά τέλοσπάντων, γιατί ήρθες εδώ Σαββατιάτικα;"
"Μίλτο, είμαι έγκυος και θα το κρατήσω" μου λέει κοφτά.
Έμεινα μαλάκας, είχαμε χωρίσει εδώ και τρεις μήνες και θυμάμαι ότι στα τελευταία το κάναμε πάντα χωρίς προφυλάξη.
Έκανα κι εγώ την αναμενόμενη ερώτηση.
"Δικό μου είναι το παιδί;"
"Ναι" μου απάντησε, "ήρθα να στο πω για να το ξέρεις αλλά δεν υπάρχει πρόβλημα, ο Άλεξ νομίζει ότι είναι δικό του. Δυο εβδομάδες αφού με χώρισες είχα πάει με τον Άλεξ και τελείωσε μέσα μου, βέβαια εγώ είχα καθυστέρηση ήδη δέκα μέρες. Νομίζει ότι είναι δικό του".
Τρελάθηκα, δεν πίστευα αυτά που άκουγα. Ήπια όλη μου τη μπύρα μονορούφι, άναψα τσιγάρο και κοίταζα το ταβάνι.
"Δε θα πεις τίποτα;" μου λέει, "έχεις γιο, χθες έκανα υπέρηχο και μου το είπε ο γιατρός".
"Έχω γιο ε; Δηλαδή έρχεσαι Σαββατιάτικα και μου λες ότι κράτησες το παιδί χωρίς καν να με ρωτήσεις ή απλά να το αναφέρεις,
το φόρτωσες σε έναν κακόμοιρο που απλά σε πηδά
και έρχεσαι και μου τα λες τρεις μήνες μετά;
Γιατί; Τί να κάνω; Τί να πω; Πώς θες να το πάρω;
Πραγματικά θέλω να σου σπάσω τα μούτρα τώρα αλλά δεν μπορώ να το κάνω".
" Είσαι ηλίθιος και μαλάκας" μου είπε,
"εγώ ήρθα να σου αναγγείλω το πιο ευχάριστο πράγμα στο κόσμο, ΈΧΕΙΣ ΓΙΟ,
και εσύ με βρίζεις;
Επίσης σου λέω βρήκα δουλειά για να ταϊζω το μπασταρδό σου
και ακόμη ότι του βρήκα πατέρα για να μη μεγαλώσει το παιδί μόνο του.
Κι εσύ με βρίζεις; Τί έχεις πάθει;"
Ήμουνα στα πρόθυρα νευρικής κρίσης
για μια στιγμή νόμιζα ότι ονειρεύομαι,
"Θα μετρήσω ως το τρία, δεν γίνεται θα ξυπνήσω" είπα.
Έτσι κι έγινε, ξύπνησα.
Η Ηρώ ήταν ξαπλωμένη δίπλα μου, είχα ιδρώσει κι η καρδιά μου χτυπούσε σαν τρελή. Ανακάθισα στο κρεβάτι και σκούπισα τον ιδρώτα από τα μάτια μου.
Η Ηρώ σάλεψε δίπλα μου και μου χάιδεψε την πλάτη
ψελίζοντας νυσταγμένα "Είσαι καλά μωρό μου;".
"Καλά είμαι, ένα όνειρο ήτανε" είπα.
Γύρισα την κοίταξα, ήτανε γυμνή και γυάλιζε το δέρμα της από τον ιδρώτα, ήτανε καύλα.
Ξάπλωσα, άρχισε να με χαϊδεύει, ανέβηκε πάνω μου και μπήκα ολόκληρος μέσα της.
Ήτανε τέλεια, υγρή και σφιχτή. Ανεβοκατέβαινε σιγά στην αρχή και έπειτα πιο γρήγορα.
Ήμουν έτοιμος να τελειώσω.
"Χύνω" φωνάζω και πάω να βγω σηκώνοντάς της από πάνω μου μα αυτή κάθεται με δύναμη μια τελευταία φορά πάνω μου και τελείωσα μέσα της. Τελείωνα με σπασμούς.
Συνέχισε να κουνιέται πάνω-κάτω γρήγορα και σε λίγο είχε ολοκληρώσει κι αυτή.
Μετά ξάπλωσε πάνω μου, έτρεμε πολύ από τον οργασμό.
"Μωρό μου, ήτανε υπέροχα και μου άρεσε η έκφραση στο πρόσωπό σου όταν τελείωνες μέσα μου" μου είπε με κοφτή ανάσα.
"Μωρό μου ήταν τέλεια" της είπα.
"Αλήθεια μωρό μου πότε είναι η μέρες σου;" ρώτησα χαλαρά.
Δεν απάντησε, δεν κουνήθηκε και μετά από μια βαθυά ανάσα είπε
" Είμαι ήδη στις μέρες μου μωρό μου, λες να γίνει τίποτα;"
Δε μίλησα.
"Πάντως αγάπη μου ότι κι αν γίνει δε θα το κρατήσω, μη στεναχωριέσαι" μου απάντησε γλυκά.
Σηκώθηκα από το κρεβάτι και πήρα τα τσιγάρα μου από το σαλόνι.
Γύρισα στο κρεβάτι, κάθισα δίπλα της και άναψα ένα.
"Μωρό μου, μη φρικάρεις θα πάρω το χάπι" είπε με αγωνία,
"θα το πάρω από το φαρμακείο έξω από το σπίτι, εντάξει;".
Κάπνισα μια μεγάλη τζούρα και μετά την κοίταξα στα μάτια και της είπα
"Θες στα αλήθεια να το πάρεις το χάπι;".
"Αν είναι να ηρεμήσουμε και οι δυο, ναι μωρό μου θέλω" είπε.
Συνέχιζα να την κοιτώ στα μάτια και της λέω "Μικρό μου δεν θέλω να το πάρεις, δεν θέλω να κάνεις τίποτα". Άρχισα να κλαίω και της είπα
" Θέλω να το κρατήσεις μωρό μου; Εντάξει;".
"Μωρό μου με κάνεις χαρούμενη, με κάνεις τη πιο ευτυχισμένη γυναίκα στον κόσμο"
είπε μες στα κλάματα.
Αγκαλιαστήκαμε και κλαίγαμε μαζί.
Αγαπιόμαστε.
Μα εγώ όπως πάντα την ευτυχία την γεύομαι με πικρά χείλη.
Την προηγούμενη μέρα είχα μάθει ότι έχω καρκίνο.
Έχω τρεις μήνες ζωής.
Τετάρτη 4 Αυγούστου 2010
Ο Θεατής των Υπάρξεων
Παραδομένος στα άχρωμα πελάγη της ύπαρξης.
Αφήνομαι στο ένστικτό μου σε τακτά χρονικά διαστήματα
και με σμιλεύει
σαν να 'ξερε από πάντα το τί και το πώς.
Κάθομαι σε αυτή την περίεργη θέση
που ταιριάζει στον θεατή των υπάρξεων
που δεν έζησαν
κι ανακαλώ τις μνήμες μου χωρίς ειρμό, χωρίς οίκτο.
Νευριάζω δίχως λόγο
μόνο μ' αφορμές αληθινές, που 'ναι γιομάτος ο κόσμος
και κλαίω
από τις τύψεις που μου κληρονόμησαν οι πρόγονοί μου.
Ακούω την φωνή σαν τον πιο δυσνόητο ήχο
που μπλοκάρει της ζωής τον υπέρηχο.
Λυτρώνομαι
σαν γεύομαι τον ιδρώτα σου στα χείλη μου
και σαν ψηλαφώ την μαγεία
που περιβάλλει το στήθος σου.
Αφήνομαι σ' όλα τα ξόρκια της ζωής
και προσκυνώ όλες τις δεισιδαιμονίες
για το φόβο του θανάτου,
μιας κι εκ γεννετής είμαι πεινασμένος για αθανασία.
Δεξιά κι αριστερά οι σελίδες πάντα έτσι,
πάνω και κάτω πάντα έτσι οι ελπίδες,
τι κι αν ζω πάντα στο μεταίχμιο
μόνο για λίγο βρίσκομαι καταμεσής των πραγμάτων.
Στην άκρυα βολεύονται οι τυφλοί.
Αφήνομαι στο ένστικτό μου σε τακτά χρονικά διαστήματα
και με σμιλεύει
σαν να 'ξερε από πάντα το τί και το πώς.
Κάθομαι σε αυτή την περίεργη θέση
που ταιριάζει στον θεατή των υπάρξεων
που δεν έζησαν
κι ανακαλώ τις μνήμες μου χωρίς ειρμό, χωρίς οίκτο.
Νευριάζω δίχως λόγο
μόνο μ' αφορμές αληθινές, που 'ναι γιομάτος ο κόσμος
και κλαίω
από τις τύψεις που μου κληρονόμησαν οι πρόγονοί μου.
Ακούω την φωνή σαν τον πιο δυσνόητο ήχο
που μπλοκάρει της ζωής τον υπέρηχο.
Λυτρώνομαι
σαν γεύομαι τον ιδρώτα σου στα χείλη μου
και σαν ψηλαφώ την μαγεία
που περιβάλλει το στήθος σου.
Αφήνομαι σ' όλα τα ξόρκια της ζωής
και προσκυνώ όλες τις δεισιδαιμονίες
για το φόβο του θανάτου,
μιας κι εκ γεννετής είμαι πεινασμένος για αθανασία.
Δεξιά κι αριστερά οι σελίδες πάντα έτσι,
πάνω και κάτω πάντα έτσι οι ελπίδες,
τι κι αν ζω πάντα στο μεταίχμιο
μόνο για λίγο βρίσκομαι καταμεσής των πραγμάτων.
Στην άκρυα βολεύονται οι τυφλοί.
Κυριακή 1 Αυγούστου 2010
Σιωπή Παντού
Σιωπή παντού.
Μόνο ένα κρεβάτι γεμάτο από έρωτα,
γεμάτο από σένα κι από μένα.
Σαν να 'μαστε ένα ποίημα
που ξεκουράζεται
στην αγκαλιά της σιωπής.
Της σιωπής που μας θέλγει τρελά
μας ενώνει τρελά
και γίνεται
έρωτας, τραγούδι κι αγάπη.
Τα λόγια απλά περάσματα
σε θάλασσες και ποτάμια σιωπής.
Σαν δυο κορμιά που ερωτεύονται περισσότερο
την πιο ηχηρή στιγμή
από ένα σιωπηρό βλέμμα.
Μόνο ένα κρεβάτι γεμάτο από έρωτα,
γεμάτο από σένα κι από μένα.
Σαν να 'μαστε ένα ποίημα
που ξεκουράζεται
στην αγκαλιά της σιωπής.
Της σιωπής που μας θέλγει τρελά
μας ενώνει τρελά
και γίνεται
έρωτας, τραγούδι κι αγάπη.
Τα λόγια απλά περάσματα
σε θάλασσες και ποτάμια σιωπής.
Σαν δυο κορμιά που ερωτεύονται περισσότερο
την πιο ηχηρή στιγμή
από ένα σιωπηρό βλέμμα.
Η Πεθαμένη Άνοιξη κάνει Διακοπές
Ι
Αγνάντευες τον άσχημο καιρό μου
και πουλούσες.
Με έκλεινες μες στον εαυτό μου
μου μιλούσες.
Δίχως αφορμή μου γέλαγες
στα μάτια με κοιτούσες.
ΙΙ
Το φορτίο αράζει
κάπου εδώ στα ξένα.
Τα μαλλιά ριγμένα
στους ώμους με χαλάζι.
ΙΙΙ
Ύστερα σε βρήκα πεθαμένη
κι ήμουνα κι εγώ μες την τσατίλα.
Θόλωσαν της μοίρας μας τα μήλα
είμαστε μαζί δυο κουρασμένοι.
Βρώμικη η αλήθεια με χαϊδεύει
είναι σαν το ψέμα τόσο ωραία.
Μοιάζει η ζωή μου η λαθραία
θεία τύχη να την ψαχουλεύει.
Κάθισες κι εσύ χωρίς μιλιά
μόνη να σκουπίζεις το κατάρτι.
Τι κι αν η ζωή σου βγήκε σκάρτη
φόραγες στο μάγουλο ελιά.
Πόση απ' την αφέντρα ομορφιά
ξόδεψε ο θεός για να σε φτιάξει;
Ντύνοντας το νου σου με μετάξι
για να μη τη σβήνει η φωτιά.
Κόλλησαν τα λόγια μας με κόλλα
χρόνια τώρα που 'χαμε χαθεί.
Είχε το μυαλό μας μαραθεί
από της αγάπης μας τη φόλλα.
Κάνει τόσο κρύο εδώ μέσα
και παπούτσια πια δεν περπατώ.
Μόνο την γωνιά σου σαν κοιτώ
λιώνει η ψυχή μου η μπαμπέσα.
Δυο φορές σ' αγάπησα θαρρώ
δυο κι ας σου φανήκανε πολλές.
Είχες βλέπεις πάντα τόσο στρες
που το 'κονομούσες απορώ.
Φρόντισα να ρθεις ψυχή μεγάλη
δίπλα σε καιρούς χρωματιστούς.
Μα είχες μια συνήθεια ν' ακούς
μόνο αυτά που σου 'λεγαν οι άλλοι.
Τοίχος πέτρινο μέσα στ' αγκάθια
λόγια σου 'λεγα να κοιμηθείς.
Κι είχες μαστουρώσει ως τις τρεις
σ' ένα όνειρο από κατακάθια.
Έτσι σου αρέσει να περνάς
όλο σου το καλοκαίρι.
Άνοιξη εσύ τρελό ασκέρι
που χεις μάθει μόνο να πονάς.
υ.γ.
κι αν δεν είδες τι έγινε
δεν πειράζει
κοντά είναι οι βροχές και ο βοριάς
μάλλον θα 'σαι σαν κι εμάς
που το καλοκαίρι τους πειράζει...
Αγνάντευες τον άσχημο καιρό μου
και πουλούσες.
Με έκλεινες μες στον εαυτό μου
μου μιλούσες.
Δίχως αφορμή μου γέλαγες
στα μάτια με κοιτούσες.
ΙΙ
Το φορτίο αράζει
κάπου εδώ στα ξένα.
Τα μαλλιά ριγμένα
στους ώμους με χαλάζι.
ΙΙΙ
Ύστερα σε βρήκα πεθαμένη
κι ήμουνα κι εγώ μες την τσατίλα.
Θόλωσαν της μοίρας μας τα μήλα
είμαστε μαζί δυο κουρασμένοι.
Βρώμικη η αλήθεια με χαϊδεύει
είναι σαν το ψέμα τόσο ωραία.
Μοιάζει η ζωή μου η λαθραία
θεία τύχη να την ψαχουλεύει.
Κάθισες κι εσύ χωρίς μιλιά
μόνη να σκουπίζεις το κατάρτι.
Τι κι αν η ζωή σου βγήκε σκάρτη
φόραγες στο μάγουλο ελιά.
Πόση απ' την αφέντρα ομορφιά
ξόδεψε ο θεός για να σε φτιάξει;
Ντύνοντας το νου σου με μετάξι
για να μη τη σβήνει η φωτιά.
Κόλλησαν τα λόγια μας με κόλλα
χρόνια τώρα που 'χαμε χαθεί.
Είχε το μυαλό μας μαραθεί
από της αγάπης μας τη φόλλα.
Κάνει τόσο κρύο εδώ μέσα
και παπούτσια πια δεν περπατώ.
Μόνο την γωνιά σου σαν κοιτώ
λιώνει η ψυχή μου η μπαμπέσα.
Δυο φορές σ' αγάπησα θαρρώ
δυο κι ας σου φανήκανε πολλές.
Είχες βλέπεις πάντα τόσο στρες
που το 'κονομούσες απορώ.
Φρόντισα να ρθεις ψυχή μεγάλη
δίπλα σε καιρούς χρωματιστούς.
Μα είχες μια συνήθεια ν' ακούς
μόνο αυτά που σου 'λεγαν οι άλλοι.
Τοίχος πέτρινο μέσα στ' αγκάθια
λόγια σου 'λεγα να κοιμηθείς.
Κι είχες μαστουρώσει ως τις τρεις
σ' ένα όνειρο από κατακάθια.
Έτσι σου αρέσει να περνάς
όλο σου το καλοκαίρι.
Άνοιξη εσύ τρελό ασκέρι
που χεις μάθει μόνο να πονάς.
υ.γ.
κι αν δεν είδες τι έγινε
δεν πειράζει
κοντά είναι οι βροχές και ο βοριάς
μάλλον θα 'σαι σαν κι εμάς
που το καλοκαίρι τους πειράζει...
Δευτέρα 28 Ιουνίου 2010
Ο Αστρολάβος του Δυόσμου και της Μέντας
Μαυρίζω της αχνής φωτιάς
το άγγιγμα,προσμένω την
μυρωδιά του χώματος στην
αγκαλιά της βροχής και
προσπερνώ το διάλογο με
μια φωνή, φιλήδονη, αρχαία που
γεννά εσένα κι εμένα κι
από λίγο σέρνει πίσω της
και την καταστροφή μας,
σαν έρθει όμως η αυγή
θ' ανατείλει ξαφνικά
μια πέτρα ζωσμένη από
θάλασσα χρυσοκίτρινη,
φευγαλέα ήρεμη μα πλατυά,
παλλόμενη στις νότες μας.
Εμάς, των ανθρώπων που
την κάναμε ιδέα, όνειρο και προορισμό.
Κι ας λένε όλοι για τα δέντρα και τα ζώα,
τα νερά και τους παράδεισους της φύσης.
Πόσο εξέλιξη χωρά στη ιδέα, το όνειρο
και το ταξίδι;
Αν δεν εξαντλείται στο Ιώτα, το Όμικρον και το Ταφ;
Έτσι που φοβάμαι να γράψω γράμματα
μονάχα τους, παρά μόνο σε λέξεις
τα στοιχώ μη τύχει και με τιμωρίσουνε
οι φράσεις και τα νοήματα,
αυτά τα αχόρταγα νοήματα που παραμένουν ίδια
για να μας αναγκάζουνε να τα υπηρετούμε
σε νέες θάλασσες λέξεων για μια ζωή.
Τι κι αν η ζωή είναι μικρή και ζέχνει θάνατο;
Δε φτιαχτήκαμε για να τον μυρίζουμε,
άλλωστε ο βασιλικός μας σέρνει από τη μύτη στην αθανασία,
τόσο πολύ,
που αγνοούμε όλοκληρο θάνατο πίσω από ένα Άλφα,
στρόγγυλο με χρυσά μαλλιά και σταρένιο δέρμα
σε σχήμα κλεψύδρας ολοκάμπυλης.
Πώς να σκαλώσει η ζωή σε τέτοιες καμπύλες;
Μυστήριο ανελέητο για άντρες,
απίστευτη αλήθεια για τα κορίτσια, γιατί
δεν υπάρχουνε γυναίκες παρά μόνο
κορίτσια και μάνες,
αφού μόνο σ' αυτά αξίζει το κλειδί της ζωής.
Κι εγώ κι εσύ ανοίγουμε το δίκτυο του θάματος
μιας και μας έφερε στην ίδια πόρτα ο άνεμος
με λέξεις ξελογιάστρες.
Πού 'ναι αλήθεια τ' άπειρα χέρια;
Πού 'ναι τ' αρώματα, τα στεγνά; αυτά που λιώνουν απ' τη βροχή της νιότης;
Πού είναι όλα σου τα μυστικά; αυτά που είδα πριν τα κρύψεις κάτω απ' τον έρωτά μας;
Όχι γιατί θα απαντήσεις
αλλά για τις καμπύλες του ερωτηματικού
εγκατέλειψα την κατάφαση,
άσε που η άρνηση δεν ανήκει πλέον στο λόγο της ζωής,
αφού τα Ναι κυλάνε σε ποτάμια, θάλασσες κι αίμα,
που να κυνηγάς τα Όχι που 'ναι παντού.
Γιατί όπως φωνάζει ο Ποιητής
απ' το τίποτε είναι πιο κοντά οπουδήποτε.
Λες και χρειάζεται να μείνεις
μια για πάντα Παντού,
το εδώ δε σου φτάνει,
είναι μεγάλο και κατανοητό
για να τονώσει επαρκώς τον εγωισμό σου.
Παντού, μια λέξη μονάχα Εγώ,
δεκατρία μαζί με το δικό σου
κι ας είναι γρουσουζιά,
σου αξίζει.
Εσένα που δε σε όρισα
σε χρήζω Εαυτό μου κι άνθρωπο δικό μου θα σε λέω,
αρκεί να μη σκαλώνεις στις καμπύλες.
το άγγιγμα,προσμένω την
μυρωδιά του χώματος στην
αγκαλιά της βροχής και
προσπερνώ το διάλογο με
μια φωνή, φιλήδονη, αρχαία που
γεννά εσένα κι εμένα κι
από λίγο σέρνει πίσω της
και την καταστροφή μας,
σαν έρθει όμως η αυγή
θ' ανατείλει ξαφνικά
μια πέτρα ζωσμένη από
θάλασσα χρυσοκίτρινη,
φευγαλέα ήρεμη μα πλατυά,
παλλόμενη στις νότες μας.
Εμάς, των ανθρώπων που
την κάναμε ιδέα, όνειρο και προορισμό.
Κι ας λένε όλοι για τα δέντρα και τα ζώα,
τα νερά και τους παράδεισους της φύσης.
Πόσο εξέλιξη χωρά στη ιδέα, το όνειρο
και το ταξίδι;
Αν δεν εξαντλείται στο Ιώτα, το Όμικρον και το Ταφ;
Έτσι που φοβάμαι να γράψω γράμματα
μονάχα τους, παρά μόνο σε λέξεις
τα στοιχώ μη τύχει και με τιμωρίσουνε
οι φράσεις και τα νοήματα,
αυτά τα αχόρταγα νοήματα που παραμένουν ίδια
για να μας αναγκάζουνε να τα υπηρετούμε
σε νέες θάλασσες λέξεων για μια ζωή.
Τι κι αν η ζωή είναι μικρή και ζέχνει θάνατο;
Δε φτιαχτήκαμε για να τον μυρίζουμε,
άλλωστε ο βασιλικός μας σέρνει από τη μύτη στην αθανασία,
τόσο πολύ,
που αγνοούμε όλοκληρο θάνατο πίσω από ένα Άλφα,
στρόγγυλο με χρυσά μαλλιά και σταρένιο δέρμα
σε σχήμα κλεψύδρας ολοκάμπυλης.
Πώς να σκαλώσει η ζωή σε τέτοιες καμπύλες;
Μυστήριο ανελέητο για άντρες,
απίστευτη αλήθεια για τα κορίτσια, γιατί
δεν υπάρχουνε γυναίκες παρά μόνο
κορίτσια και μάνες,
αφού μόνο σ' αυτά αξίζει το κλειδί της ζωής.
Κι εγώ κι εσύ ανοίγουμε το δίκτυο του θάματος
μιας και μας έφερε στην ίδια πόρτα ο άνεμος
με λέξεις ξελογιάστρες.
Πού 'ναι αλήθεια τ' άπειρα χέρια;
Πού 'ναι τ' αρώματα, τα στεγνά; αυτά που λιώνουν απ' τη βροχή της νιότης;
Πού είναι όλα σου τα μυστικά; αυτά που είδα πριν τα κρύψεις κάτω απ' τον έρωτά μας;
Όχι γιατί θα απαντήσεις
αλλά για τις καμπύλες του ερωτηματικού
εγκατέλειψα την κατάφαση,
άσε που η άρνηση δεν ανήκει πλέον στο λόγο της ζωής,
αφού τα Ναι κυλάνε σε ποτάμια, θάλασσες κι αίμα,
που να κυνηγάς τα Όχι που 'ναι παντού.
Γιατί όπως φωνάζει ο Ποιητής
απ' το τίποτε είναι πιο κοντά οπουδήποτε.
Λες και χρειάζεται να μείνεις
μια για πάντα Παντού,
το εδώ δε σου φτάνει,
είναι μεγάλο και κατανοητό
για να τονώσει επαρκώς τον εγωισμό σου.
Παντού, μια λέξη μονάχα Εγώ,
δεκατρία μαζί με το δικό σου
κι ας είναι γρουσουζιά,
σου αξίζει.
Εσένα που δε σε όρισα
σε χρήζω Εαυτό μου κι άνθρωπο δικό μου θα σε λέω,
αρκεί να μη σκαλώνεις στις καμπύλες.
Σάββατο 5 Ιουνίου 2010
Είσαι Θυσία
Είσαι θυσία
κι έγινες στάχτη
στο βωμό της ζωής,
που ξεπηδά από τη σάρκα σου.
Αιώνια αιχμάλωτη
στο βλέμμα
που για πρώτη φορά είδε τη σωτηρία του.
Προορισμένη
στη βαθιά των ανθρώπων αντοχή
να υπομένουν
τα πράματα και τους ανθρώπους.
Μοναδική ψυχή
που γέννησε σ' αυτή τη γη
τον παράδεισο και την κόλαση.
Άνθρωπος
που γεμάτος πάθη ζει
μα χωρίς αυτά πορεύεται και πεθαίνει.
Είσαι θυσία
κι είσαι Μάνα, μητέρα των ανθρώπων.
κι έγινες στάχτη
στο βωμό της ζωής,
που ξεπηδά από τη σάρκα σου.
Αιώνια αιχμάλωτη
στο βλέμμα
που για πρώτη φορά είδε τη σωτηρία του.
Προορισμένη
στη βαθιά των ανθρώπων αντοχή
να υπομένουν
τα πράματα και τους ανθρώπους.
Μοναδική ψυχή
που γέννησε σ' αυτή τη γη
τον παράδεισο και την κόλαση.
Άνθρωπος
που γεμάτος πάθη ζει
μα χωρίς αυτά πορεύεται και πεθαίνει.
Είσαι θυσία
κι είσαι Μάνα, μητέρα των ανθρώπων.
Τρίτη 13 Απριλίου 2010
The genious of the crowd
Υπάρχει αρκετή προδοσία, μίσος
βία
Παραλογισμός στον μέσο άνθρωπο
Για να τροφοδοτήσει οποιονδήποτε στρατό μια
Οποιαδήποτε μέρα.
ΚΑΙ Οι Καλύτεροι Στο Φόνο Είναι Αυτοί
Που Κηρύσσουν Το Αντίθετο.
ΚΑΙ Οι Καλύτεροι Στο Μίσος Είναι Αυτοί
Που Κηρύσσουν Την Αγάπη.
ΚΑΙ ΟΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΙ ΣΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ
ΕΙΝΑΙ - ΤΕΛΙΚΑ - ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ
ΚΗΡΥΣΣΟΥΝ ΤΗΝ
ΕΙΡΗΝΗ
Αυτοί Που Κηρύσσουν Τον Θεό
Χρειάζονται Τον Θεό
Αυτοί Που Κηρύσσουν Την Ειρήνη
Δεν Έχουν Ειρήνη.
ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΚΗΡΥΣΣΟΥΝ ΤΗΝ ΑΓΑΠΗ
ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΑΓΑΠΗ
ΦΥΛΑΞΟΥ ΑΠΟ ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ ΚΗΡΥΣΣΟΥΝ
Φυλάξου Από Αυτούς Που Ξέρουν.
Φυλάξου
Από Αυτούς
Που Συνεχώς
ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ
ΒΙΒΛΙΑ
Φυλάξου Από Αυτούς Που Είτε Απεχθάνονται
Την Φτώχεια ή Που Είναι Περήφανοι Γι΄Αυτήν
ΦΥΛΑΞΟΥ Από Αυτούς Που Βιάζονται Να Επαινέσουν
Γιατί Χρειάζονται Επαίνους Για Ανταμοιβή
ΦΥΛΑΞΟΥ Από Αυτούς Που Βιάζονται Να Επικρίνουν
Φοβούνται Αυτό Που Δεν
Ξέρουν
Φυλάξου Από Αυτούς Που Αναζητούν Συνεχώς
Το Πλήθος. Δεν Είναι Τίποτα
Μόνοι Τους
Φυλάξου
Από Τον Μέσο Άνδρα
Την Μέση Γυναίκα
ΦΥΛΑΞΟΥ Απ’ Την Αγάπη Τους
Η Αγάπη Τους Είναι Μέτρια, Ψάχνει Να Βρει
Το Μέτριο
Αλλά Υπάρχει Ιδιοφυία Στο Μίσος Τους
Υπάρχει Αρκετή Ιδιοφυία Στο
Μίσος Τους Για Να Σε Σκοτώσει, Να Σκοτώσει
Οποιονδήποτε.
Καθώς Δεν Θέλουν Τη Μοναξιά
Καθώς Δεν Καταλαβαίνουν Τη Μοναξιά
Θα Προσπαθήσουν Να Καταστρέψουν
Οτιδήποτε
Διαφέρει
Από Την Δική τους
Καθώς Δεν Μπορούν
Να Δημιουργήσουν Τέχνη
Δεν Θα
Καταλάβουν Την Τέχνη
Θα Θεωρήσουν Την Αποτυχία Τους
Ως Δημιουργοί
Μόνο Ως Αποτυχία
Του Υπόλοιπου Κόσμου
Καθώς Δεν Μπορούν Να Αγαπήσουν Ολοκληρωτικά
Θα Πιστέψουν Την Αγάπη Σου
Ως Ατελή
ΚΑΙ ΥΣΤΕΡΑ ΘΑ ΣΕ
ΜΙΣΗΣΟΥΝ
Και Το Μίσος Τους Θα Είναι Τέλειο
Σαν Λαμπερό Διαμάντι
Σαν Μαχαίρι
Σαν Βουνό
ΣΑΝ ΤΗΝ ΤΙΓΡΗ
ΣΑΝ το Κώνειο
Η Τελειότερή Τους
ΤΕΧΝΗ
από τη συλλογή The Roominghouse Madrigals, p.31
Charles Bukowski
Υ.Γ. Είμαι ένας από αυτούς,Μ.Τριανταφύλλου.
βία
Παραλογισμός στον μέσο άνθρωπο
Για να τροφοδοτήσει οποιονδήποτε στρατό μια
Οποιαδήποτε μέρα.
ΚΑΙ Οι Καλύτεροι Στο Φόνο Είναι Αυτοί
Που Κηρύσσουν Το Αντίθετο.
ΚΑΙ Οι Καλύτεροι Στο Μίσος Είναι Αυτοί
Που Κηρύσσουν Την Αγάπη.
ΚΑΙ ΟΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΙ ΣΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ
ΕΙΝΑΙ - ΤΕΛΙΚΑ - ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ
ΚΗΡΥΣΣΟΥΝ ΤΗΝ
ΕΙΡΗΝΗ
Αυτοί Που Κηρύσσουν Τον Θεό
Χρειάζονται Τον Θεό
Αυτοί Που Κηρύσσουν Την Ειρήνη
Δεν Έχουν Ειρήνη.
ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΚΗΡΥΣΣΟΥΝ ΤΗΝ ΑΓΑΠΗ
ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΑΓΑΠΗ
ΦΥΛΑΞΟΥ ΑΠΟ ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ ΚΗΡΥΣΣΟΥΝ
Φυλάξου Από Αυτούς Που Ξέρουν.
Φυλάξου
Από Αυτούς
Που Συνεχώς
ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ
ΒΙΒΛΙΑ
Φυλάξου Από Αυτούς Που Είτε Απεχθάνονται
Την Φτώχεια ή Που Είναι Περήφανοι Γι΄Αυτήν
ΦΥΛΑΞΟΥ Από Αυτούς Που Βιάζονται Να Επαινέσουν
Γιατί Χρειάζονται Επαίνους Για Ανταμοιβή
ΦΥΛΑΞΟΥ Από Αυτούς Που Βιάζονται Να Επικρίνουν
Φοβούνται Αυτό Που Δεν
Ξέρουν
Φυλάξου Από Αυτούς Που Αναζητούν Συνεχώς
Το Πλήθος. Δεν Είναι Τίποτα
Μόνοι Τους
Φυλάξου
Από Τον Μέσο Άνδρα
Την Μέση Γυναίκα
ΦΥΛΑΞΟΥ Απ’ Την Αγάπη Τους
Η Αγάπη Τους Είναι Μέτρια, Ψάχνει Να Βρει
Το Μέτριο
Αλλά Υπάρχει Ιδιοφυία Στο Μίσος Τους
Υπάρχει Αρκετή Ιδιοφυία Στο
Μίσος Τους Για Να Σε Σκοτώσει, Να Σκοτώσει
Οποιονδήποτε.
Καθώς Δεν Θέλουν Τη Μοναξιά
Καθώς Δεν Καταλαβαίνουν Τη Μοναξιά
Θα Προσπαθήσουν Να Καταστρέψουν
Οτιδήποτε
Διαφέρει
Από Την Δική τους
Καθώς Δεν Μπορούν
Να Δημιουργήσουν Τέχνη
Δεν Θα
Καταλάβουν Την Τέχνη
Θα Θεωρήσουν Την Αποτυχία Τους
Ως Δημιουργοί
Μόνο Ως Αποτυχία
Του Υπόλοιπου Κόσμου
Καθώς Δεν Μπορούν Να Αγαπήσουν Ολοκληρωτικά
Θα Πιστέψουν Την Αγάπη Σου
Ως Ατελή
ΚΑΙ ΥΣΤΕΡΑ ΘΑ ΣΕ
ΜΙΣΗΣΟΥΝ
Και Το Μίσος Τους Θα Είναι Τέλειο
Σαν Λαμπερό Διαμάντι
Σαν Μαχαίρι
Σαν Βουνό
ΣΑΝ ΤΗΝ ΤΙΓΡΗ
ΣΑΝ το Κώνειο
Η Τελειότερή Τους
ΤΕΧΝΗ
από τη συλλογή The Roominghouse Madrigals, p.31
Charles Bukowski
Υ.Γ. Είμαι ένας από αυτούς,Μ.Τριανταφύλλου.
Δευτέρα 5 Απριλίου 2010
ΚΛΙΜΑ ΤΗΣ ΑΠΟΥΣΙΑΣ
Ι
Όλα τα σύννεφα στη γη εξομολογήθηκαν
Τη θέση τους ένας καημός δικός μου επήρε
Κι όταν μες στα μαλλιά μου μελαγχόλησε
Το αμετανόητο χέρι
Δέθηκα σ' έναν κόμπο λύπης.
II
Η ώρα ξεχάστηκε βραδιάζοντας
Δίχως θύμηση
Με το δέντρο της αμίλητο
Προς τη θάλασσα
Ξεχάστηκε βραδιάζοντας
Δίχως φτερούγισμα
Με την όψη της ακίνητη
Προς τη θάλασσα
Βραδιάζοντας
Δίχως έρωτα
Με το στόμα της ανένδοτο
Προς τη θάλασσα
Κι εγώ - μες στη Γαλήνη που σαγήνεψα.
III
Απόγευμα
Κι η αυτοκρατορική του απομόνωση
Κι η στοργή των ανέμων του
Κι η ριψοκίνδυνη αίγλη του
Τίποτε να μην έρχεται Τίποτε
Να μη φεύγει
Όλα τα μέτωπα γυμνά
Και για συναίσθημα ένα κρύσταλλο.
Οδυσσέας Ελύτης, Προσανατολισμοί.
Όλα τα σύννεφα στη γη εξομολογήθηκαν
Τη θέση τους ένας καημός δικός μου επήρε
Κι όταν μες στα μαλλιά μου μελαγχόλησε
Το αμετανόητο χέρι
Δέθηκα σ' έναν κόμπο λύπης.
II
Η ώρα ξεχάστηκε βραδιάζοντας
Δίχως θύμηση
Με το δέντρο της αμίλητο
Προς τη θάλασσα
Ξεχάστηκε βραδιάζοντας
Δίχως φτερούγισμα
Με την όψη της ακίνητη
Προς τη θάλασσα
Βραδιάζοντας
Δίχως έρωτα
Με το στόμα της ανένδοτο
Προς τη θάλασσα
Κι εγώ - μες στη Γαλήνη που σαγήνεψα.
III
Απόγευμα
Κι η αυτοκρατορική του απομόνωση
Κι η στοργή των ανέμων του
Κι η ριψοκίνδυνη αίγλη του
Τίποτε να μην έρχεται Τίποτε
Να μη φεύγει
Όλα τα μέτωπα γυμνά
Και για συναίσθημα ένα κρύσταλλο.
Οδυσσέας Ελύτης, Προσανατολισμοί.
Δευτέρα 29 Μαρτίου 2010
Τρεις Μήνες Χώρια
Γύρισα σπίτι, είχα κουραστεί πολύ από τη δουλειά και ήθελα να μόνο να κοιμηθώ. Δεν είχα κουράγιο ούτε να φάω. Μπήκα στο μπάνιο γδύθηκα, έκανα ντουζ και έπεσα στο κρεβάτι. Με ξύπνησε το κουδούνι που χτυπούσε επίμονα. Σηκώθηκα κι άνοιξα την εξώπορτα και άφησα την πόρτα του διαμερίσματος ανοιχτή. Ήμουν γυμνός και πήγα να ντυθώ. "Ήρθα" άκουσα μια γυναικεία φωνή. "Περίμενε ντύνομαι" λέω, έβαλα ένα μποξεράκι και πήγα στο σαλόνι.
"Δεν με περίμενες, ε;" λέει χαμογελαστά.
"Όχι, τι θέλεις;" της λέω.
"Ήρθα να σου πω τα νέα μου, έχω ευχάριστα."
"Για λέγε" της λέω και κάθομαι δίπλα της.
Άναψε ένα τσιγάρο, μου τό δωσε κι άναψε ένα και για κείνη. Θυμόταν ότι αυτό μου άρεσε πολύ. Κάναμε μια μεγάλη τζούρα σχεδόν ταυτόχρονα. Ο καπνός σχημάτιζε ένα επίπεδο κάτω από τη λάμπα, είχε ήδη βραδυάσει. Σταύρωσε τα πόδια της, φόραγε μια μαύρη φούστα, είχε τέλεια μπούτια.
"Έπιασα δουλειά" μου είπε φωναχτά λες κι ήμουν κουφός.
"Βασικά έπιασα δυο δουλειές"
Τέλεια, σκέφτηκα, χρησιμοποιεί ακόμη τα δυο μεγάλα χαρίσματά της που είναι η πουτανιά και η ομορφιά της.
"Δουλεύω το πρωΐ σε ένα φούρνο και το απόγευμα σ' ένα ιατρείο γραμματέας. Βγάζω σχεδόν χίλια πεντακόσια ευρώ το μήνα". Ρούφηξε μια δεύτερη τζούρα.
"Τέλεια, πιστεύω ότι έκανες αυτό που πάντα ήθελες, συνδύασες τα ασυνδύαστα" της λέω, ρούφηξα μια γερή και πήγα στο ψυγείο, έβγαλα δυο μπύρες, τις άνοιξα και της έδωσα τη μια. "Ευχαριστώ" μου είπε και εγώ κάθισα αναπαυτικά στην πολυθρόνα μου.
"Τέλεια θερμοκρασία, έτσι όπως ακριβώς μ' αρέσει",
κάτι τέτοια έλεγε και νόμιζα πως είχε αρχίδια και κοιλιά αλλά τα κάλυπτε με το τεράστιο στήθος, τον τέλειο κώλο και τα βαθυπράσινα μάτια της.
"Έχω βρει τον Άλεξ και περνάμε πολύ καλά, ταιριάζουμε στο σεξ, φαίνεται να με γουστάρει πολύ και με προσέχει".
"Ωραία" της λέω,"σου άξιζε ένας τέτοιος άντρας, πάντα το πίστευα ακόμη και τότε που λεγες ότι ήσουν καψούρα μαζί μου και δεν είχες μάτια γι' άλλον".
"Εντάξει αυτά ίσχυαν τότε" είπε, "στο μεταξύ με τρέλανες εσύ και οι κυκλοθυμίες σου, άσε που στο τέλος δεν μου κανες και καλό κρεβάτι".
"Ποτέ δε σου κανα καλό κρεβάτι" της λέω, "εσύ απλά ήσουν τόσο ερωτευμένη μαζί μου στην αρχή που τελείωνες συνέχεια".
"Ίσως έχεις δίκιο, δεν το χα σκεφτεί έτσι ποτέ" μου λέει και πίνει ακόμη μια μεγάλη γουλιά από το μπουκάλι. Είχε τέλεια χείλη και ειδικά όταν περικύκλωναν τόσο ασφυκτικά το στόμιο του μπουκαλιού.
" Α ξέχασα" της είπα, "σου άρεσε το σεξ που σου κανα και τότε που σου λεγα της φαντασιώσεις μου για σένα και την κολλητή σου, ολοκλήρωνες τρελά. Αλλά τέλοσπάντων, γιατί ήρθες εδώ Σαββατιάτικα;"
"Μίλτο, είμαι έγκυος και θα το κρατήσω" μου λέει κοφτά.
Έμεινα μαλάκας, είχαμε χωρίσει εδώ και τρεις μήνες και θυμάμαι ότι στα τελευταία το κάναμε πάντα χωρίς προφυλάξη.
Έκανα κι εγώ την αναμενόμενη ερώτηση.
"Δικό μου είναι το παιδί;"
"Ναι" μου απάντησε, "ήρθα να στο πω για να το ξέρεις αλλά δεν υπάρχει πρόβλημα, ο Άλεξ νομίζει ότι είναι δικό του. Δυο εβδομάδες αφού με χώρισες είχα πάει με τον Άλεξ και τελείωσε μέσα μου, βέβαια εγώ είχα καθυστέρηση ήδη δέκα μέρες. Νομίζει ότι είναι δικό του".
Τρελάθηκα, δεν πίστευα αυτά που άκουγα. Ήπια όλη μου τη μπύρα μονορούφι, άναψα τσιγάρο και κοίταζα το ταβάνι.
"Δε θα πεις τίποτα;" μου λέει, "έχεις γιο, χθες έκανα υπέρηχο και μου το είπε ο γιατρός".
"Έχω γιο ε; Δηλαδή έρχεσαι Σαββατιάτικα και μου λες ότι κράτησες το παιδί χωρίς καν να με ρωτήσεις ή απλά να το αναφέρεις,
το φόρτωσες σε έναν κακόμοιρο που απλά σε πηδά
και έρχεσαι και μου τα λες τρεις μήνες μετά;
Γιατί; Τί να κάνω; Τί να πω; Πώς θες να το πάρω;
Πραγματικά θέλω να σου σπάσω τα μούτρα τώρα αλλά δεν μπορώ να το κάνω".
" Είσαι ηλίθιος και μαλάκας" μου είπε,
"εγώ ήρθα να σου αναγγείλω το πιο ευχάριστο πράγμα στο κόσμο, ΈΧΕΙΣ ΓΙΟ,
και εσύ με βρίζεις;
Επίσης σου λέω βρήκα δουλειά για να ταϊζω το μπασταρδό σου
και ακόμη ότι του βρήκα πατέρα για να μη μεγαλώσει το παιδί μόνο του.
Κι εσύ με βρίζεις; Τί έχεις πάθει;"
Ήμουνα στα πρόθυρα νευρικής κρίσης
για μια στιγμή νόμιζα ότι ονειρεύομαι,
"Θα μετρήσω ως το τρία, δεν γίνεται θα ξυπνήσω" είπα.
Έτσι κι έγινε, ξύπνησα.
Η Ηρώ ήταν ξαπλωμένη δίπλα μου, είχα ιδρώσει κι η καρδιά μου χτυπούσε σαν τρελή. Ανακάθισα στο κρεβάτι και σκούπισα τον ιδρώτα από τα μάτια μου.
Η Ηρώ σάλεψε δίπλα μου και μου χάιδεψε την πλάτη
ψελίζοντας νυσταγμένα "Είσαι καλά μωρό μου;".
"Καλά είμαι, ένα όνειρο ήτανε" είπα.
Γύρισα την κοίταξα, ήτανε γυμνή και γυάλιζε το δέρμα της από τον ιδρώτα, ήτανε καύλα.
Ξάπλωσα, άρχισε να με χαϊδεύει, ανέβηκε πάνω μου και μπήκα ολόκληρος μέσα της.
Ήτανε τέλεια, υγρή και σφιχτή. Ανεβοκατέβαινε σιγά στην αρχή και έπειτα πιο γρήγορα.
Ήμουν έτοιμος να τελειώσω.
"Χύνω" φωνάζω και πάω να βγω σηκώνοντάς της από πάνω μου μα αυτή κάθεται με δύναμη μια τελευταία φορά πάνω μου και τελείωσα μέσα της. Τελείωνα με σπασμούς.
Συνέχισε να κουνιέται πάνω-κάτω γρήγορα και σε λίγο είχε ολοκληρώσει κι αυτή.
Μετά ξάπλωσε πάνω μου, έτρεμε πολύ από τον οργασμό.
"Μωρό μου, ήτανε υπέροχα και μου άρεσε η έκφραση στο πρόσωπό σου όταν τελείωνες μέσα μου" μου είπε με κοφτή ανάσα.
"Μωρό μου ήταν τέλεια" της είπα.
"Αλήθεια μωρό μου πότε είναι η μέρες σου;" ρώτησα χαλαρά.
Δεν απάντησε, δεν κουνήθηκε και μετά από μια βαθυά ανάσα είπε
" Είμαι ήδη στις μέρες μου μωρό μου, λες να γίνει τίποτα;"
Δε μίλησα.
"Πάντως αγάπη μου ότι κι αν γίνει δε θα το κρατήσω, μη στεναχωριέσαι" μου απάντησε γλυκά.
Σηκώθηκα από το κρεβάτι και πήρα τα τσιγάρα μου από το σαλόνι.
Γύρισα στο κρεβάτι, κάθισα δίπλα της και άναψα ένα.
"Μωρό μου, μη φρικάρεις θα πάρω το χάπι" είπε με αγωνία,
"θα το πάρω από το φαρμακείο έξω από το σπίτι, εντάξει;".
Κάπνισα μια μεγάλη τζούρα και μετά την κοίταξα στα μάτια και της είπα
"Θες στα αλήθεια να το πάρεις το χάπι;".
"Αν είναι να ηρεμήσουμε και οι δυο, ναι μωρό μου θέλω" είπε.
Συνέχιζα να την κοιτώ στα μάτια και της λέω "Μικρό μου δεν θέλω να το πάρεις, δεν θέλω να κάνεις τίποτα". Άρχισα να κλαίω και της είπα
" Θέλω να το κρατήσεις μωρό μου; Εντάξει;".
"Μωρό μου με κάνεις χαρούμενη, με κάνεις τη πιο ευτυχισμένη γυναίκα στον κόσμο"
είπε μες στα κλάματα.
Αγκαλιαστήκαμε και κλαίγαμε μαζί.
Αγαπιόμαστε.
Μα εγώ όπως πάντα την ευτυχία την γεύομαι με πικρά χείλη.
Την προηγούμενη μέρα είχα μάθει ότι έχω καρκίνο.
Έχω τρεις μήνες ζωής.
"Δεν με περίμενες, ε;" λέει χαμογελαστά.
"Όχι, τι θέλεις;" της λέω.
"Ήρθα να σου πω τα νέα μου, έχω ευχάριστα."
"Για λέγε" της λέω και κάθομαι δίπλα της.
Άναψε ένα τσιγάρο, μου τό δωσε κι άναψε ένα και για κείνη. Θυμόταν ότι αυτό μου άρεσε πολύ. Κάναμε μια μεγάλη τζούρα σχεδόν ταυτόχρονα. Ο καπνός σχημάτιζε ένα επίπεδο κάτω από τη λάμπα, είχε ήδη βραδυάσει. Σταύρωσε τα πόδια της, φόραγε μια μαύρη φούστα, είχε τέλεια μπούτια.
"Έπιασα δουλειά" μου είπε φωναχτά λες κι ήμουν κουφός.
"Βασικά έπιασα δυο δουλειές"
Τέλεια, σκέφτηκα, χρησιμοποιεί ακόμη τα δυο μεγάλα χαρίσματά της που είναι η πουτανιά και η ομορφιά της.
"Δουλεύω το πρωΐ σε ένα φούρνο και το απόγευμα σ' ένα ιατρείο γραμματέας. Βγάζω σχεδόν χίλια πεντακόσια ευρώ το μήνα". Ρούφηξε μια δεύτερη τζούρα.
"Τέλεια, πιστεύω ότι έκανες αυτό που πάντα ήθελες, συνδύασες τα ασυνδύαστα" της λέω, ρούφηξα μια γερή και πήγα στο ψυγείο, έβγαλα δυο μπύρες, τις άνοιξα και της έδωσα τη μια. "Ευχαριστώ" μου είπε και εγώ κάθισα αναπαυτικά στην πολυθρόνα μου.
"Τέλεια θερμοκρασία, έτσι όπως ακριβώς μ' αρέσει",
κάτι τέτοια έλεγε και νόμιζα πως είχε αρχίδια και κοιλιά αλλά τα κάλυπτε με το τεράστιο στήθος, τον τέλειο κώλο και τα βαθυπράσινα μάτια της.
"Έχω βρει τον Άλεξ και περνάμε πολύ καλά, ταιριάζουμε στο σεξ, φαίνεται να με γουστάρει πολύ και με προσέχει".
"Ωραία" της λέω,"σου άξιζε ένας τέτοιος άντρας, πάντα το πίστευα ακόμη και τότε που λεγες ότι ήσουν καψούρα μαζί μου και δεν είχες μάτια γι' άλλον".
"Εντάξει αυτά ίσχυαν τότε" είπε, "στο μεταξύ με τρέλανες εσύ και οι κυκλοθυμίες σου, άσε που στο τέλος δεν μου κανες και καλό κρεβάτι".
"Ποτέ δε σου κανα καλό κρεβάτι" της λέω, "εσύ απλά ήσουν τόσο ερωτευμένη μαζί μου στην αρχή που τελείωνες συνέχεια".
"Ίσως έχεις δίκιο, δεν το χα σκεφτεί έτσι ποτέ" μου λέει και πίνει ακόμη μια μεγάλη γουλιά από το μπουκάλι. Είχε τέλεια χείλη και ειδικά όταν περικύκλωναν τόσο ασφυκτικά το στόμιο του μπουκαλιού.
" Α ξέχασα" της είπα, "σου άρεσε το σεξ που σου κανα και τότε που σου λεγα της φαντασιώσεις μου για σένα και την κολλητή σου, ολοκλήρωνες τρελά. Αλλά τέλοσπάντων, γιατί ήρθες εδώ Σαββατιάτικα;"
"Μίλτο, είμαι έγκυος και θα το κρατήσω" μου λέει κοφτά.
Έμεινα μαλάκας, είχαμε χωρίσει εδώ και τρεις μήνες και θυμάμαι ότι στα τελευταία το κάναμε πάντα χωρίς προφυλάξη.
Έκανα κι εγώ την αναμενόμενη ερώτηση.
"Δικό μου είναι το παιδί;"
"Ναι" μου απάντησε, "ήρθα να στο πω για να το ξέρεις αλλά δεν υπάρχει πρόβλημα, ο Άλεξ νομίζει ότι είναι δικό του. Δυο εβδομάδες αφού με χώρισες είχα πάει με τον Άλεξ και τελείωσε μέσα μου, βέβαια εγώ είχα καθυστέρηση ήδη δέκα μέρες. Νομίζει ότι είναι δικό του".
Τρελάθηκα, δεν πίστευα αυτά που άκουγα. Ήπια όλη μου τη μπύρα μονορούφι, άναψα τσιγάρο και κοίταζα το ταβάνι.
"Δε θα πεις τίποτα;" μου λέει, "έχεις γιο, χθες έκανα υπέρηχο και μου το είπε ο γιατρός".
"Έχω γιο ε; Δηλαδή έρχεσαι Σαββατιάτικα και μου λες ότι κράτησες το παιδί χωρίς καν να με ρωτήσεις ή απλά να το αναφέρεις,
το φόρτωσες σε έναν κακόμοιρο που απλά σε πηδά
και έρχεσαι και μου τα λες τρεις μήνες μετά;
Γιατί; Τί να κάνω; Τί να πω; Πώς θες να το πάρω;
Πραγματικά θέλω να σου σπάσω τα μούτρα τώρα αλλά δεν μπορώ να το κάνω".
" Είσαι ηλίθιος και μαλάκας" μου είπε,
"εγώ ήρθα να σου αναγγείλω το πιο ευχάριστο πράγμα στο κόσμο, ΈΧΕΙΣ ΓΙΟ,
και εσύ με βρίζεις;
Επίσης σου λέω βρήκα δουλειά για να ταϊζω το μπασταρδό σου
και ακόμη ότι του βρήκα πατέρα για να μη μεγαλώσει το παιδί μόνο του.
Κι εσύ με βρίζεις; Τί έχεις πάθει;"
Ήμουνα στα πρόθυρα νευρικής κρίσης
για μια στιγμή νόμιζα ότι ονειρεύομαι,
"Θα μετρήσω ως το τρία, δεν γίνεται θα ξυπνήσω" είπα.
Έτσι κι έγινε, ξύπνησα.
Η Ηρώ ήταν ξαπλωμένη δίπλα μου, είχα ιδρώσει κι η καρδιά μου χτυπούσε σαν τρελή. Ανακάθισα στο κρεβάτι και σκούπισα τον ιδρώτα από τα μάτια μου.
Η Ηρώ σάλεψε δίπλα μου και μου χάιδεψε την πλάτη
ψελίζοντας νυσταγμένα "Είσαι καλά μωρό μου;".
"Καλά είμαι, ένα όνειρο ήτανε" είπα.
Γύρισα την κοίταξα, ήτανε γυμνή και γυάλιζε το δέρμα της από τον ιδρώτα, ήτανε καύλα.
Ξάπλωσα, άρχισε να με χαϊδεύει, ανέβηκε πάνω μου και μπήκα ολόκληρος μέσα της.
Ήτανε τέλεια, υγρή και σφιχτή. Ανεβοκατέβαινε σιγά στην αρχή και έπειτα πιο γρήγορα.
Ήμουν έτοιμος να τελειώσω.
"Χύνω" φωνάζω και πάω να βγω σηκώνοντάς της από πάνω μου μα αυτή κάθεται με δύναμη μια τελευταία φορά πάνω μου και τελείωσα μέσα της. Τελείωνα με σπασμούς.
Συνέχισε να κουνιέται πάνω-κάτω γρήγορα και σε λίγο είχε ολοκληρώσει κι αυτή.
Μετά ξάπλωσε πάνω μου, έτρεμε πολύ από τον οργασμό.
"Μωρό μου, ήτανε υπέροχα και μου άρεσε η έκφραση στο πρόσωπό σου όταν τελείωνες μέσα μου" μου είπε με κοφτή ανάσα.
"Μωρό μου ήταν τέλεια" της είπα.
"Αλήθεια μωρό μου πότε είναι η μέρες σου;" ρώτησα χαλαρά.
Δεν απάντησε, δεν κουνήθηκε και μετά από μια βαθυά ανάσα είπε
" Είμαι ήδη στις μέρες μου μωρό μου, λες να γίνει τίποτα;"
Δε μίλησα.
"Πάντως αγάπη μου ότι κι αν γίνει δε θα το κρατήσω, μη στεναχωριέσαι" μου απάντησε γλυκά.
Σηκώθηκα από το κρεβάτι και πήρα τα τσιγάρα μου από το σαλόνι.
Γύρισα στο κρεβάτι, κάθισα δίπλα της και άναψα ένα.
"Μωρό μου, μη φρικάρεις θα πάρω το χάπι" είπε με αγωνία,
"θα το πάρω από το φαρμακείο έξω από το σπίτι, εντάξει;".
Κάπνισα μια μεγάλη τζούρα και μετά την κοίταξα στα μάτια και της είπα
"Θες στα αλήθεια να το πάρεις το χάπι;".
"Αν είναι να ηρεμήσουμε και οι δυο, ναι μωρό μου θέλω" είπε.
Συνέχιζα να την κοιτώ στα μάτια και της λέω "Μικρό μου δεν θέλω να το πάρεις, δεν θέλω να κάνεις τίποτα". Άρχισα να κλαίω και της είπα
" Θέλω να το κρατήσεις μωρό μου; Εντάξει;".
"Μωρό μου με κάνεις χαρούμενη, με κάνεις τη πιο ευτυχισμένη γυναίκα στον κόσμο"
είπε μες στα κλάματα.
Αγκαλιαστήκαμε και κλαίγαμε μαζί.
Αγαπιόμαστε.
Μα εγώ όπως πάντα την ευτυχία την γεύομαι με πικρά χείλη.
Την προηγούμενη μέρα είχα μάθει ότι έχω καρκίνο.
Έχω τρεις μήνες ζωής.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)