Ι
Αγνάντευες τον άσχημο καιρό μου
και πουλούσες.
Με έκλεινες μες στον εαυτό μου
μου μιλούσες.
Δίχως αφορμή μου γέλαγες
στα μάτια με κοιτούσες.
ΙΙ
Το φορτίο αράζει
κάπου εδώ στα ξένα.
Τα μαλλιά ριγμένα
στους ώμους με χαλάζι.
ΙΙΙ
Ύστερα σε βρήκα πεθαμένη
κι ήμουνα κι εγώ μες την τσατίλα.
Θόλωσαν της μοίρας μας τα μήλα
είμαστε μαζί δυο κουρασμένοι.
Βρώμικη η αλήθεια με χαϊδεύει
είναι σαν το ψέμα τόσο ωραία.
Μοιάζει η ζωή μου η λαθραία
θεία τύχη να την ψαχουλεύει.
Κάθισες κι εσύ χωρίς μιλιά
μόνη να σκουπίζεις το κατάρτι.
Τι κι αν η ζωή σου βγήκε σκάρτη
φόραγες στο μάγουλο ελιά.
Πόση απ' την αφέντρα ομορφιά
ξόδεψε ο θεός για να σε φτιάξει;
Ντύνοντας το νου σου με μετάξι
για να μη τη σβήνει η φωτιά.
Κόλλησαν τα λόγια μας με κόλλα
χρόνια τώρα που 'χαμε χαθεί.
Είχε το μυαλό μας μαραθεί
από της αγάπης μας τη φόλλα.
Κάνει τόσο κρύο εδώ μέσα
και παπούτσια πια δεν περπατώ.
Μόνο την γωνιά σου σαν κοιτώ
λιώνει η ψυχή μου η μπαμπέσα.
Δυο φορές σ' αγάπησα θαρρώ
δυο κι ας σου φανήκανε πολλές.
Είχες βλέπεις πάντα τόσο στρες
που το 'κονομούσες απορώ.
Φρόντισα να ρθεις ψυχή μεγάλη
δίπλα σε καιρούς χρωματιστούς.
Μα είχες μια συνήθεια ν' ακούς
μόνο αυτά που σου 'λεγαν οι άλλοι.
Τοίχος πέτρινο μέσα στ' αγκάθια
λόγια σου 'λεγα να κοιμηθείς.
Κι είχες μαστουρώσει ως τις τρεις
σ' ένα όνειρο από κατακάθια.
Έτσι σου αρέσει να περνάς
όλο σου το καλοκαίρι.
Άνοιξη εσύ τρελό ασκέρι
που χεις μάθει μόνο να πονάς.
υ.γ.
κι αν δεν είδες τι έγινε
δεν πειράζει
κοντά είναι οι βροχές και ο βοριάς
μάλλον θα 'σαι σαν κι εμάς
που το καλοκαίρι τους πειράζει...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου