Ω, Θλίψη
Έπρεπε να ξεφύγω, αλλιώς ήμουν χαμένος, αλλά ο άγνωστος του σταθμού με περίμενε κιόλας στην άκρη του ταξιδιού μου. Ποιος άγνωστος; Ήμουν εγώ ο ίδιος νικημένος κι άνοιγα τις πόρτες στα σταματημένα βαγόνια κι έβγαινα απ’ την άλλη μεριά του ονείρου.
Ω θλίψη, σε μάθαμε από παιδιά, σχεδόν πριν γνωρίσουμε τον κόσμο.
Ευχαριστώ
Θεέ μου, γιατί δεν μπορώ να σε καταλάβω; Ίσως όμως αν σε καταλάβαινα να μην μπορούσα να αντέξω το βάρος σου.
Θεέ μου, μ’ αυτήν την ευτελή πραγματικότητα γύρω μας κινδυνεύεις.
Πως να σε σώσω...
Απλοί στίχοι
Ένα σπίτι για να γεννηθείς
ένα δέντρο για ν’ ανασάνεις
ένας στίχος για να κρυφτείς
ένας κόσμος για να πεθάνεις
Τερέζα
Εκείνο το βράδυ γύρισα ανήσυχος, «Τερέζα» φώναξα, τίποτα, έψαξα τα δωμάτια, κατέβηκα στο υπόγειο «που είναι η Τερέζα;» ρώτησα, «πέθανε, είπε κάποιος – την κηδέψαμε χθες», «ηλίθιοι, φώναξα, σας ξεγέλασε, δεν ξέρετε τι μεγάλη πουτάνα ήταν » κανείς δε μίλησε «μα πως μπορεί ένας άγγελος να πεθάνει » είπα κλαίγοντας.
Άνοιξα το παράθυρο και πράγματι εκεί στο βάθος τ’ ουρανού έλαμπε η Τερέζα σαν άστρο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου